Ουσάκ - στατική μικρή II βαθμίδα [κιουρντί υπομονάδα]

Ussak - static minor II degree [kurdi 4chord] (Αγγλική)

  1. Τροπικότητα
  2. Ousak - static minor II degree [kiourdi 4chord] (Αγγλική)
  3. Ελληνική
  4. central